dásia - ορισμός. Τι είναι το dásia
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι dásia - ορισμός


dasi-      
el.comp. antepositivo, do gr. dasús,eîa,ú 'piloso, denso, espesso'; ocorre em voc. formados no próprio gr., como dasípode ( dasúpous ), e em cultismos, ger. das biociências, do sXIX em diante, entre os quais: dásia , dasiácea , dasiáceo , dasianto , dasicarpo , dasicaule , dasicéfalo , dasicladácea , dasicladáceo , dasíclado , dasifilo , dasímetro , dasineura , dasipógão , dasístaque , dasistêmone , dasistilo , dasite , dasiúro
dasi      
elem comp (gr dasýs) Exprime a idéia de:
1 Peludo, felpudo: dasianto.
2 Densidade, denso: dasimetria, dasifilo.
dásia      
s.f.
-algl design. comum às algas rodofíceas do gên. Dasya , da fam. das dasiáceas, de talo filamentoso cilíndrico, corticoso e ramificado, coberto por pêlos finos
-etim lat.cien. gên. Dasya (1824), do gr. dasús,eîa,ú 'piloso, denso, espesso'; ver dasi-